Κατά τη διάρκεια των εκλογών πραγματώνεται μια ανταλλακτική κίνηση. Μια κίνηση στην οποία ο ένας πόλος κάτι προσφέρει και ο άλλος πόλος τον ανταμείβει για την προσφορά αυτή. Αυτό το κάτι που προσφέρεται από τις παρατάξεις, μπορεί να είναι κέρασμα στα μπουζούκια, σημειώσεις, υποσχέσεις για «γκόμενους» ή «γκόμενες», αλλά μπορεί να είναι και «αγώνες», «καταλήψεις», «έξοδος από το μνημόνιο». Κάποιος μπορεί να πει ότι είναι επιπόλαιο να εξισώνεις τα παραπάνω, όμως το νόημα δε βρίσκεται στα περιεχόμενα που προσφέρονται, αλλά στην ουσία της κίνησης αυτής ως ανταλλακτικής.
Η ανταμοιβή του καθένα και της καθεμιάς προς τις παρατάξεις είναι αρχικά η ψήφος, αλλά και κάτι πιο σημαντικό. Είναι η νομιμοποίηση των μελών τους ως ειδικών της πολιτικής, ως «άξιων εκπροσώπων του εκλογικού σώματος», το οποίο μπορεί να περιμένει ήσυχο την υπεράσπιση των αναγκών του από αυτούς, ενώ ταυτόχρονα αποκτά την ψευδαίσθηση ότι είναι πολιτικά ενεργός. Οι εκλογές είναι μια από τις βασικές διαδικασίες, όπου αναπαράγονται οι διαχωρισμοί ανάμεσα στους καθοδηγητές και τους ακολουθητές, ανάμεσα σε αυτούς που κάνουν τις τοποθετήσεις και αυτούς που ψηφίζουν τα πλαίσια που τους προτείνονται, σε αυτούς που κάνουν καταλήψεις και αυτούς που απλά τις ψηφίζουνε, σε αυτούς που έχουνε το πολιτικό πρόγραμμα και τους κομπάρσους της «χειραφετητικής διαδικασίας». Τα περιεχόμενα αυτά είναι βαθιά ριζωμένα στη διαδικασία και την χαρακτηρίζουν ανεξάρτητα από τα πρόσωπα και τις παρατάξεις που συμμετέχουν σε αυτή, ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους.
Η ρητορεία που βλέπει τη συμμετοχή στις εκλογές και το ΔΣ ως δευτερεύοντα σε σχέση με τις Γενικές Συνελεύσεις, αλλά τα κρίνει απαραίτητα ώστε αυτές να καλούνται ευκολότερα, κάποιες αποφάσεις να λαμβάνονται γρηγορότερα και να υπάρχει έλεγχος στο ΔΣ, παραβλέπει την αναπαραγωγή αυτών των διαχωρισμών. Πρόκειται για ένα απλοποιημένο σχήμα, το οποίο δε βάζει σε πρώτη μοίρα τη δημιουργία άμεσων σχέσεων, αλλά την «αγωνιστική ευκολία». Η αντίληψη αυτή δεν είναι βέβαια απομονωμένη, αλλά σε συνδυασμό με τα έτοιμα πλαίσια-πολιτικά προγράμματα, είναι αυτή που έχει δημιουργήσει την απόσταση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που συμμετέχουν στην ίδια συνέλευση, από τους οποίους ο ένας είναι παραταξιακός και ο άλλος όχι. Αυτές είναι οι Γενικές Συνελεύσεις που βάζουν σε πρώτη μοίρα οι υποψήφιοι των εκλογών και επιθυμούν να καλούν με ευελιξία. Αυτές που έχουν μετασχηματιστεί σε μια παράσταση με αυστηρά μοιρασμένους τους ρόλους.
Για εμάς η αποχή δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά προκύπτει ως στάση απέναντι στην κατάσταση που δημιουργούν οι εκλογές. Η καταστροφή των εκμεταλλευτικών σχέσεων περνά μέσα από τις κοινότητες αδιαμεσολάβητου αγώνα, μέσα από τη δημιουργία άμεσων σχέσεων και το σπάσιμο της ανάθεσης, μέσα από την αυτοοργανωμένη κοινή δράση των εκμεταλλευόμενων απέναντι στη βαρβαρότητα της αναδιάρθρωσης και το κλέψιμο κάθε στιγμής των ζωών μας.
Τέτοιες κοινότητες αγώνα δε βασίζονται στη πολιτική ταύτιση του καθενός με μια κοινή ιδεολογία, αλλά ξεπηδούν από τα κοινά μας βιώματα και τις κοινές μας ανάγκες: το λογαριασμό της ΔΕΗ και το χαράτσι που δεν έχουμε (και δε γουστάρουμε) να πληρώσουμε, τη λέσχη που το φαγητό δεν είναι αρκετό, τα συγγράμματα που πλέον δεν παίρνουμε, τις σημειώσεις που δεν έχουμε λεφτά να εκτυπώσουμε, το μισθό μας που δεν φτάνει ούτε για μπύρα από το περίπτερο, το πεντάευρο που σκάμε στην είσοδο των νοσοκομείων. Είναι οι συνελεύσεις γειτονιών, η συνέλευση για το κόστος φοίτησης, οι αγώνες για τη φοιτητική λέσχη και τις εστίες, οι κοινές συνελεύσεις ανέργων-εργαζομένων-φοιτητών, οι κοινές συνελεύσεις ντόπιων και μεταναστών. Eμείς επιλέγουμε να υπάρχουμε και να δρούμε μέσα από τέτοιες κοινότητες, πάντα με ταξική συνείδηση. Γιατί αυτές είναι οι μόνες που μπορούν να δώσουν λύσεις στην διαρκή επίθεση που δεχόμαστε στα πλαίσια της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και να δημιουργήσουν σχέσεις που θα προσδώσουν ώθηση σε επόμενους αγώνες. Στη βίαιη καθημερινότητα που βιώνουμε καμία εκλογική διαδικασία δεν θα δώσει απαντήσεις.