Η επέλαση του κεφαλαίου σε κάθε πτυχή της ζωής μας και οι αγώνες μας για το μπλοκάρισμά της

Είναι, τελικά, το πανεπιστήμιο αυτό που φανταζόμασταν;

Το καπιταλιστικό κράτος, με την αύξηση της παραγωγικότητας και το άνοιγμα νέων αγορών δημιούργησε δημόσιες μαζικές εκπαιδευτικές δομές, προκειμένου να φτιάξει με το χαμηλότερο δυνατό κόστος εξειδικευμένους, πειθαρχημένους εργάτες των οποίων οι γνώσεις να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς. Το πανεπιστήμιο δηλαδή, ικανοποιεί την διττή φύση της εξειδίκευσης στον καπιταλισμό. Από την μια, την ανάγκη του κεφαλαίου για εξειδικευμένο δυναμικό και από την άλλη την ανάγκη των εργατών να εξειδικευτούν, για να μπορέσουν να εργαστούν και να επιβιώσουν. Την ίδια στιγμή, το πανεπιστήμιο αποτελεί ένα εργαλείο στα χέρια του ιδεολογικού μηχανισμού του κράτους, που νομιμοποιεί τόσο την ίδια την ύπαρξη του, όσο και τις υπάρχουσες εκμεταλλευτικές κοινωνικές σχέσεις. Αφηγήματα όπως, της  ατομικής ολοκλήρωσης και γνώσης, ανάγονται στο υπέρτατο κίνητρο, αποκρύπτοντας σταθερά την βασική λειτουργία του πανεπιστημίου (εξειδίκευση για το κεφάλαιο), ενώ ταυτόχρονα η συνεχής εντατικοποίηση και ο ανταγωνισμός, καλλιεργούν μια κουλτούρα εξατομικευμένων και παραγωγικων εργαζομένων.

Η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, που εδώ και χρόνια συζητάμε, θέλει να ενισχύσει ακριβώς αυτόν τον χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης εντάσσεται και ο νόμος Κεραμέως, που φέρνει μια σειρά νέων μέτρων (ν+ν/2, ΕΒΕ, μπάτσοι, συστήματα επιτήρησης κ.α.) με σκοπό την δημιουργία ενός πανεπιστημίου, άρρηκτα συνδεδεμένου με τις ανάγκες των επιχειρήσεων και του κεφαλαίου.

Ούτε 2ν, ουτε ν+2, όποτε γουστάρουμε θα πάρουμε πτυχίο

“Πρέπει να τελειώνουμε με τους αιώνιους φοιτητές” και άλλα τέτοια ακούμε συνεχώς από τα στόματα των κατά καιρών υπουργών παιδείας. Αυτή την αιώνια επιθυμία του κράτους ήρθε να ικανοποιήσει η διαγραφή των φοιτητών στα ν+ν/2 έτη που πέρασε με το νόμο Κεραμέως. Ένα μέτρο που σε πολλές από εμάς θα σταθεί ταξικό εμπόδιο, για την κατάκτηση της ‘’ιερής’’ γνώσης και του “πολυπόθητου” πτυχίου. Γιατί πώς ένας φοιτητής θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις των προγραμμάτων σπουδών, ενώ ταυτόχρονα θα αναγκάζεται να δουλεύει, για να ανταπεξέλθει στο υψηλό κόστος διαβίωσης; 

 

Το ν+ν/2 στοχεύει στην εντατικοποίηση του φοιτητικού υποκειμένου. Οι αφηγήσεις περί κόστους και ‘’εγκλωβισμού’’, είναι αδύνατο να ειδωθούν σαν κάτι παραπάνω από αστείες προσπάθειες αποκρυψης της πραγματικότητας. Η ουσία του μέτρου είναι η εντατικοποίηση, που θα βαρύνει την ζωή μας και θα επιτεθεί στον ελεύθερο μας χρόνο. Μια ζωή που πλέον δεν θα εμπνέεται από τις κοινωνικές μας σχέσεις, από τους πρώτους μας έρωτες, από το “άραγμα” στο σπίτι, από τις ατέλειωτες ώρες στις συνελεύσεις και τις πορείες, αλλά καθορίζεται από μια πειθαρχημένη καθημερινότητα στους χώρους των πανεπιστημίων και στο σπίτι, που σκοπό θα έχει την κατάκτηση της “ιερής” γνώσης. Μιας γνώσης που τελικά δεν είναι τόσο “ιερή” όσο νομίζαμε (σίγουρα όχι τόσο ιερή αφού θυσιάζεται στο ονομα της παραγωγικότητας). Μιας γνώσης που δεν θα μας ολοκληρώσει ως ανθρώπους όπως μαθαίναμε τόσα χρόνια. Στην πραγματικότητα, το πανεπιστήμιο θυσιάζει αυτή την γνώση στον βωμό της αναπαραγωγής του κεφαλαίου. “Για να συνδεθεί με την αγορά εργασίας” όπως μας λένε, η μόνη ‘’ιερή γνώση’’ για το κράτος, είναι αυτή που θα μας κάνει αποδοτικούς εργαζομένους. Αν προλάβουμε και ό,τι προλάβουμε δηλαδή.

Όχι παιδεία για λίγους και εκλεκτούς, αγώνας ενάντια στους ταξικούς φραγμούς

Πάνω σε παρόμοια ιδεολογική βάση με το ν+ν/2, βλέπουμε την πρώτη εφαρμογή του νόμου Κεραμέως, δηλαδή τις ΕΒΕ, που αποκλείει από τα πανεπιστήμια δεκάδες χιλιάδες μαθητές. Σε μια συνθήκη όπου το πανεπιστημιο ακολουθούσε ήδη ένα όλο και πιο εντατικοποιημένο μοντέλο (μέσω των αλλαγών στα προγράμματα σπουδών, της δημιουργιας ενος πτυχιου αποκλειστικά από μαθήματα επιλογής, του χαρακτηρισμού των μαθημάτων από διδακτικές μονάδες ects κ.α.), η ΕΒΕ έρχεται να συμβάλει στην περαιτέρω εντατικοποίηση αλλά και να εντείνει τους ταξικούς φραγμούς. Πολλοι μαθητές οδηγούνται αναγκαστικά σε εκπαιδευτικά ιδρύματα  εκτός των πανεπιστημίων, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει διάπλατα ο δρόμος στις ιδιωτικές δομές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η ισοτιμία των πτυχίων δημοσίων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών δομών αποτελεί το δεύτερο συστατικό για μια “καλή συνταγή” ιδιωτικοποίησης του κοινωνικού ρόλου του κράτους. Έτσι, μετακυλύει το κόστος της (αναγκαίας) εξειδίκευσης στην ίδια την εργατική τάξη, αφού εμείς αναγκαζόμαστε πλέον να καλύψουμε την ανάγκη μας για εκπαίδευση με άμεσο αποτύπωμα στην καθημερινότητα μας. 

Οι μπάτσοι στις σχολές μας έρχονται να περιφρουρήσουν την περαιτέρω εμπορευματοποίηση του Πανεπιστημίου

Παράλληλα, σημαντικό κομμάτι της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης είναι η σύνδεση των πανεπιστημίων με την  αγορά, μέσα από την είσοδο ιδιωτικών συμφερόντων και με την χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα. Πέρα από την ανάθεση των δευτερευόντων λειτουργιών των ιδρυμάτων (σίτιση, καθαριότητα) σε εργολάβους, γίνεται εντονότερη η σύνδεση του πανεπιστημίου με ιδιωτικές εταιρείες μέσω της έρευνας. Η χαλάρωση της νομοθεσίας σχετικά με τη χρηματοδότηση της ερευνητικής δραστηριότητας διευκολύνει την εκμετάλλευση των εγκαταστάσεων, των επισφαλοποιημένων, με χαμηλούς μισθούς, διδιακτορικών και την απλήρωτη εργασία των φοιτητ(ρι)ών από εταιρείες, με σκοπό να παράξουν την απαραίτητη για αυτές έρευνα. Η λειτουργία του, οι στόχοι του και στην τελική η αξιολόγησή του διαπνέεται από την λογική μιας επιχείρησης, αλλιώς δεν θα μπορεί αποδοτικά να βρει πόρους πέρα από τους ελάχιστους του δημοσίου και δεν θα μπορεί να αυξάνει σε συμβολικό κεφάλαιο το καθηγητικό του προσωπικό μέσα από τις δημοσιεύσεις. Έτσι, τα προγράμματα σπουδών θα πρέπει όλο και περισσότερο να συνδέονται με τις ανάγκες της αγοράς και τα ερευνητικά προγράμματα να καταλήγουν σε αποτελέσματα όσο γίνεται πιο άμεσα εφαρμόσιμα. Τα πανεπιστήμια θα πρέπει να δημιουργούν ένα περιβάλλον στο οποίο θα ανθίζει η επιχειρηματικότητα, η καινοτομία και η έρευνα, τα οποία για να γίνουν πραγματικότητα είναι απαραίτητη η υποτίμηση, η πειθάρχηση και η εντατικοποίηση φοιτητριών και όλων των εργαζομένων εντός τους.  

 

Την πειθάρχηση γύρω από τις καπιταλιστικές ανάγκες, έρχεται να συμπληρώσει η επιλογή της κυβέρνησης να προσλάβει μπάτσους στα πανεπιστημιακα ιδρύματα της χώρας. Ουσιαστικά το ίδιο το κράτος θέλει να έχει τον έλεγχο στο ότι όλα βαίνουν ομαλά, σύμφωνα με τις προσταγές του  και να προσπαθεί να  ισχυροποιήσει την δομή του, προκειμενου να καταφέρει την συνέχιση της αναπαραγωγής του. Στο πλαίσιο της διασφάλισης της ομαλής λειτουργίας των πανεπιστημίων, έρχονται να προσθέσουν και τα πειθαρχικά συμβούλια, που θα δίνουν την δυνατότητα στους φοιτητές και τους καθηγητές που θα τα απαρτίζουν, να επιβάλλουν ποινες σε όσους κατά την κριση τους “μολύνουν” την πανεπιστημιακή “καθαρότητα”. 

Πέρα από την αποστείρωση του πανεπιστημιακού χωροχρόνου και την αποτροπή οποιασδήποτε δραστηριότητας που δεν ωφελεί το σύγχρονο καπιταλιστικό κράτος, σ αυτά τα νέα μέτρα που φέρνει ο νόμος Κ-Χ, βλέπουμε ήδη και την άμεση μείωση της χρηματοδότησης για τις ανάγκες των φοιτητών. Βλέπουμε τον προϋπολογισμό της λέσχης να μειώνεται στο μισό του περσινού. Σε μια περίοδο όπου οι τιμές στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης αυξάνονται και οι τιμές των ενοικίων έχουν γίνει άπιαστες για όλες μας, το κράτος επιλέγει να μετακυλήσει ακόμα μεγαλύτερο βαρος του κόστους φοίτησης στις δικές μας πλάτες. Πρόκειται για άλλο ένα σημείο στο οποίο διαφαίνεται η επιλογή του κράτους να απομακρύνει από πάνω του το βάρος της εξειδίκευσης μας (ως μελλοντικοί εργάτες). Μια επιλογή την οποία ακολουθεί πιστά εκτός και αν πρόκειται για την περιφρούρηση των κατευθύνσεων του (ενδεικτικά οι μπάτσοι κοστίζουν περίπου όσο ο μισός συνολικός προϋπολογισμός των πανεπιστημίων).

Ούτε υγεία, ούτε ελευθερία, το κράτος σπέρνει θάνατο και τρομοκρατία 

Πέρα από την αναδιάρθρωση εντός του πανεπιστημίου, αντίστοιχη μορφή αναδιάρθρωσης θα συναντήσουμε και στο σύστημα υγείας. Θα σταθούμε εδώ στο παράδειγμα της υγείας καθώς λόγω συγκυρίας, τα διάφορα μέτρα του κράτους εμφανίζονται στην δημόσια σφαίρα με έναν υγειονομικό μανδύα, ενώ στον πυρήνα τους εντείνουν την διαδικασία της αναδιάρθρωσης σε κάθε πτυχή της ζωής μας.

Αναλύοντας την διαχείριση της πανδημίας τα τελευταία δύο χρόνια, γίνονται ξεκάθαρα  αντιληπτές οι προθέσεις του κράτους για τον χώρο της υγείας. Σε μια συνθήκη πανδημίας, όπου το ήδη αρκετά υποβαθμισμένο σύστημα υγείας είχε φτάσει και πολλές φορές ξεπεράσει τα όρια του, είδαμε το κράτος να αρνείται συστηματικά να προβεί σε οποιαδήποτε ενίσχυση του, είτε σε επίπεδο δομών είτε σε επίπεδο προσωπικού. Οι ελάχιστες προσλήψεις προσωρινού χαρακτήρα (συμβάσεις διάρκειας λίγων μηνών), προφανώς δεν μπορούν σε καμια περίπτωση να θεωρηθούν σοβαρό ή επαρκές  μέτρο στήριξης του ΕΣΥ, την στιγμή που οι αντοχές των εργαζομένων μέσα σε αυτό δοκιμάζονται σε καθημερινή βάση. Μάλιστα το κράτος για να καλύψει τα κενά, μετακίνησε αναγκαίους υγειονομικούς από περιφερειακά νοσοκομεία σε αυτά που μετατράπηκαν σε μονοθεματικά (Covid), χρησιμοποίησε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων για να στελεχώσουν τις ΜΕΘ. Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με την ελάχιστη επιδημιολογική μελέτη του πληθυσμού, τα ελάχιστα μέτρα προστασίας σε ΜΜΜ και χώρους δουλειάς, έχει επιφέρει 14.000 νεκρούς από την πανδημία. 

Καταστολή: Η κρατική λύση στην πανδημία

Όσο ο κόσμος στοιβαζόταν στα νοσοκομεία, η κυβέρνηση αναλωνόταν σε μια τεράστια προσπάθεια να μετακυλήσει το βάρος και την ευθύνη της έκβασης της πανδημίας σε όλους εμας. Ενώ απο την μια μεριά όλες οι διαδικασίες που φέρουν κέρδος και ενισχύουν το κεφάλαιο, όπως ο τουρισμός, αφήνονταν ανεξελεγκτες. Πλέον δεν έφταιγαν οι ελάχιστες κλίνες ΜΕΘ και η έλλειψη επαρκούς υγειονομικού προσωπικού, αλλά  οι «ανεύθυνοι» πολίτες, οι διαδηλώσεις, ο συνωστισμός ατόμων σε πλατείες και δημόσιους χώρους.

Οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας μετά τις 9 και οι μετακινήσεις με sms, το κλείσιμο του επισιτισμού και η απαγόρευση του αράγματος στο δημόσιο χώρο, αποτέλεσαν τα βασικά μέτρα που επέλεξε το κράτος για την αντιμετώπιση της πανδημίας τα οποία στοχεύουν μόνο στον περιορισμό της κινητικότητας και ψυχαγωγίας των ανθρώπων. Αντίθετα, τα εργοστάσια στην Σίνδο και στον Ασπρόπυργο λειτουργούσαν ασταμάτητα χωρίς μέτρα προστασίας, αρκετός κόσμος ξαναγύρισε στα γραφεία δια ζώσης και τα ΜΜΜ ήταν συνεχώς στοιβαγμένα με κόσμο, χωρίς να έχει  γίνει κάποια σοβαρή ενίσχυση (εξαίρεση αποτελούν τα λιγοστά, χωρίς παράθυρα καινούρια λεωφορεία του ΟΑΣΘ). Το μόνο που ενισχύθηκε σε εξοπλισμό, οχήματα και προσωπικό είναι οι μπάτσοι, ώστε να μπορέσουν να περιφρουρήσουν όλα αυτά τα μέτρα. Η αντιμετώπιση της πανδημίας, λοιπόν, βλέπουμε ότι είχε ένα πολύ συγκεκριμένο πρόσημο, την πάση θυσία ομαλή κυκλοφορία και συσσώρευση του κεφαλαίου (συμπεριλαμβανομένου της εργατικής δύναμης). Οι άνθρωποι έπρεπε να σταματήσουν να κάνουν οτιδήποτε εκτός του να εργάζονται και να μετακινούνται για να εργαστούν, ακόμη και αν αποτελούν δραστηριότητες στις οποίες πραγματοποιείται μεγάλη διασπορά. Παράλληλα, ενισχύονται μόνο δομές του κράτους που συντάσσονται με τις ανάγκες του κεφαλαίου, όπως είναι η αστυνομία και γενικότερα η καταστολή σε αντίθεση με το σύστημα υγείας και την εκπαίδευση. 

Υγεία ως ένα εμπόρευμα που θα πρέπει να πληρώνουμε όλοι και όλες

Εδώ και δεκαετίες το κράτος προσπαθούσε να μειώσει το κόστος και το μέγεθος του δημόσιου συστήματος υγείας. Όπως μας έχουν διδάξει και οι προηγούμενες κρίσεις του καπιταλισμού, η διαδικασία αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου δεν αναδιπλώνεται, αλλά εντείνεται για να ξεπεράσει την κρίση του. Έτσι, όχι απλά δεν θα ενισχυθεί η πρόσβασή μας στην υγεία, αλλά θα πρέπει να εμπορευματοποιηθεί ακόμα παραπάνω. Αυτό συνεπάγεται αύξηση της παραγωγικότητας εντός των νοσοκομείων και εντατικοποίηση των υγειονομικών, μέσα από την πολιτική του just in time, δηλαδή να μην υπάρχουν άδεια κρεβάτια και νοσοκομεία, αλλά συνεχής ροή ασθενών. Οι αποκλεισμοί από την περίθαλψη ωθούν πολλές εξετάσεις και θεραπείες να πραγματοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα. Ενώ, πρόσφατα εντάσσει τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο σύστημα υγείας, δίνοντας έτσι μεγάλο κομμάτι λειτουργιών στα νοσοκομεία να πραγματοποιούνται από ιδιώτες.

Έχει σημασία εδώ να σταθούμε και στα εμβόλια καθώς αποτελούν το μέσο για την ένταση των διαχωρισμών και αποτελούν το κεντρικό κυβερνητικό αφήγημα για την αντιμετώπιση της πανδημίας στην τωρινή συγκυρία. Προφανώς, δεν αρνούμαστε ότι το εμβόλιο είναι ένα από τα σημαντικότερα όπλα απέναντι στον κίνδυνο του κορονοϊού, ωστόσο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον η προσέγγιση του κράτους στο συγκεκριμένο ζήτημα. Το κράτος κάνει την συνειδητή επιλογή να μην προτάσσει τον εμβολιασμό με όρους πειθούς αξιοποιώντας επιστημονικές μελέτες για την σημασία του εμβολίου, αλλά με όρους υποχρεωτικότητας και καταστολής. Έτσι βλέπουμε την “εποχή” του covid ότι οι κατασταλτικοί μηχανισμοί αναλαμβάνουν πιο σημαντικό ρόλο από τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας. Η υποχρεωτικότητα αυτή, επιπλέον, στάθηκε η αφορμή για την εκκαθάριση του συστήματος υγείας με χιλιάδες άτομα να τίθενται σε αναστολή εργασίας χωρίς να αναπληρώνονται οι συγκεκριμένες θέσεις. Μια κίνηση που ώθησε το σύστημα υγείας στα όρια του. Ωστόσο, όπως βλέπουμε τα νοσοκομεία για το κράτος πρέπει να λειτουργούν σαν γραμμή παραγωγής εργοστασίου, έτσι το «πλεόνασμα» των υγειονομικών και κλινών πρέπει να φύγει για να ελαχιστοποιούνται τα περιττά έξοδα της «βιομηχανίας» της υγείας. Πάντως, η γενικότερη ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας στον τομέα της υγείας σαφώς και δεν αποτελεί καινούργιο φαινόμενο, ωστόσο έχει ενταθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια και είναι αναμφίβολα μία ακόμα από τις βασικές επιδιώξεις κράτους και κεφαλαίου στον τομέα της υγείας .

Ταυτόχρονα, στους υπόλοιπους κλάδους όπου δεν έχει επιβληθεί καθεστώς υποχρεωτικού εμβολιασμού παρατηρείται μια μεταβίβαση ενός μέρους του κόστους ζωής από το κράτος σε εμάς. Φοιτητ(ρι)ές, εργαζόμενοι/ες στην εκπαίδευση, στον επισιτισμό και σε πολλούς ακόμα κλάδους, που δεν έχουν εμβολιαστεί, αναγκάζονται να πληρώνουν οι ίδιοι τα τεστ που απαιτούνται για την είσοδο  στο χώρο εργασίας τους. Ενώ, υπάρχουν δομές που μπορείς να κάνεις δωρεάν τεστ, το κράτος αναγκάζει τους ανεμβολίαστους να πάνε να πληρώσουν στον ιδιωτικό τομέα. Έτσι, ο ήδη μικρός και ανεπαρκές μισθός μας δέχεται σε εβδομαδιαία βάση μια ακόμη επίθεση, δεχόμενος ουσιαστικά τις επιπτώσεις από την πολιτική του κράτους να αποσυρθεί σταδιακά από τις σταθερές παροχές του προς του πολίτες έτσι ώστε να εξασφαλίσει την συνέχεια και την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και από τον τομέα της υγείας.

Καμία σκέψη για έλεγχο στις σχολές μας!

Σε αυτή την υγειονομική συνθήκη καλούνται να ανοίξουν οι σχολές με το κράτος να μην έχει λάβει κανένα ουσιαστικό μέτρο για το ασφαλές άνοιγμα αυτών. Συγκεκριμένα, οι σχολές θα ανοίξουν με 100% πληρότητα στις αίθουσες, το οποίο σημαίνει ότι μπορεί να παρευρίσκονται ταυτόχρονα 200+ φοιτητ(ρι)ές σε ένα κλειστό χώρο. Το μόνο που φρόντισε να κάνει η κυβέρνηση είναι να δαπανήσει ένα κονδύλι 2.6 εκατομμυρίων προς μια εργολαβία η οποία θα αναλάβει τον έλεγχο των πιστοποιητικών εμβολιασμού και των rapid test στις θύρες εισόδου των σχολών μας. Ένα κονδύλι το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να δαπανηθεί για να γίνονται μαζικά rapid test εντός των πανεπιστημίων και να μην χρειάζεται ένας ανεμβολίαστος φοιτητής να ξοδεύει το απαγορευτικό ποσό των 80 ευρώ των μήνα για να μπορέσει να σπουδάσει. Όπως φαίνεται το κράτος προσπαθεί να εφαρμόσει τις διατάξεις του νόμου Κεραμέως διά της πλαγίας οδού, αφού αδυνατεί να φέρει τους μπάτσους, προσλαμβάνοντας έτσι μια εργολαβία σεκιούριτι που θα αναλάβει αυτή τον ρόλο ελέγχου στις σχολές μας.

Εκτός αυτών κάνει και μια άλλη προκλητική κίνηση φέρνοντας το edupass, το οποίο δεν είναι κάποιο υγειονομικό μέτρο αλλά ουσιαστικά μια κάρτα εισόδου. Αυτό αποτελεί ένα μέτρο περαιτέρω αποστείρωσης των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, αφού πλέον θα ελέγχεσαι και θα φακελώνεσαι στις εισόδους. Όπως, φαίνεται, για το κράτος η φοιτητική ιδιότητα έχει μια αποκλειστικά καριερίστικη μορφή και το μόνο μέλημα του μέσα από τα πανεπιστήμια είναι να παράξει την νέα πειθαρχειμένη εργατική τάξη.

Δεν θα πληρώσουμε και αυτή τη κρίση του κεφαλαίου

Η πανδημία της Covid-19 και ιδιαίτερα η διαχείρισης της από το κράτος μας φανερώνει ξανά με εκκωφαντικό τρόπο ότι δεν έχουμε όλες τα ίδια συμφέροντα και κυρίως ότι δεν βαλλόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Το κράτος προσπαθεί να ξεπεράσει την κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είτε αυτή εμφανίζεται μέσα από την υγειονομική κρίση είτε από την οικονομική, όχι με ένα ουδέτερο πρόσημο, αλλά μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσή μας σε όλα τα πεδία της παραγωγής και αναπαραγωγής. Από την αρχή της πανδημίας βλέπουμε μια σωρεία νομοθετημάτων που φέρνει η κυβέρνηση από το νόμο Κεραμέως και τις τροπολογίες για την υγεία μέχρι το αντεργατικό νομοσχέδιο και το ασφαλιστικό τα οποία όλα στον πυρήνα τους έχουν την ίδια κατεύθυνση. Το κεφάλαιο έχει ανάγκη για ένα επισφαλιοποιημένο-φτηνό εργατικό δυναμικό το οποίο μόνο του θα πρέπει να διαπραγματεύεται για το μισθό και τη θέση εργασίας του. Σε αυτή την κατεύθυνση, λοιπόν, στοχεύει το σύνολο της αναδιάρθρωσης από το κράτος μέσα από τη γενίκευση και νομιμοποίηση των ατομικών συμβάσεων, του freelancing και της τηλεργασίας, την κατάργηση ουσιαστικα του 8ώρου και των παροχων ασφάλισης καθώς και την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τα αφεντικά και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Παράλληλα, το κεφάλαιο αποσύρεται από την ανάληψη του κόστους της κοινωνικής αναπαραγωγής κυρίως μέσα από την ένταση των αποκλεισμών στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην ασφάλιση, στην στέγαση, κλπ.

Ο καθένας μας, λοιπόν, θα πρέπει να πληρώσει το κόστος της αναπαραγωγής της εργατικής του δύναμης ενώ οι μισθοί μετά από 10 και πάνω χρόνια λιτότητας είναι στο πάτο. Ακόμα και τώρα που βλέπουμε τιμές στα προϊόντα, τα ενοίκια και τους λογαριασμούς μας να αυξάνονται το κράτος δεν λαμβάνει κανένα μέτρο για να αναλάβει το κόστος του πληθωρισμού που έρχεται. Για μια άλλη φορά θα πρέπει όλοι να βάλουμε πλάτη στη κρίση προφανώς για να συνεχίσουν να κερδοφορούν το εκάστοτε αφεντικά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ και οι εταιρίες ντελίβερι (όπως η e-food) να έχουν αυξήσει αισθητά τα κέρδη τους κατα την διάρκεια της πανδημία τα οποία  προφανώς κανένας εργαζόμενος δεν καρπώθηκε  μέρος τους. Η κυβέρνηση μας καλεί πάλι να κάνουμε υπομονή, να περιμένουμε την ανάπτυξη και να πληρώσουμε ξανά όλες αυτές τις αυξήσεις ενώ ο μισθός δεν φτάνει ούτε για τα βασικά.

Ταυτόχρονα, με το κύμα των ανατιμήσεων, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και όλα τα υπόλοιπα, γνωστά εδώ και πολύ καιρό, χτυπήματα που δέχεται το υστέρημα μας. Η συνεχής αύξηση στις τιμές των ενοικίων που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια είναι σίγουρα ένας τεράστιος βραχνάς για όλες μας. Εργαζόμενοι βλέπουν ένα τεράστιο μέρος του μισθού τους να φεύγει στο νοίκι ενώ φοιτητ(ρι)ές που αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε (τις περισσότερες φορές ανασφάλιστοι ή μερικώς ασφαλισμένοι) για να τα βγάλουμε πέρα βλέπουμε τον κλοιό να στενεύει επικίνδυνα . Ο έμμεσος μισθός μας έχει μειωθεί δραματικά μέσω της επιλογής του κράτους να μην ενισχύσει με νέες δομές εστιών τα πανεπιστημιακα ιδρύματα, της αυστηροποίησης των κριτηρίων για εισαγωγή στις ήδη υπάρχουσες  και για το στεγαστικό επίδομα, του αποκλεισμού πολλών από εμάς από την σίτιση στη λέσχη.  Τρανταχτή απόδειξη αποτελεί η μείωση κατά 40 % στον προϋπολογισμό για την λέσχη του ΑΠΘ σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Έτσι για την φοιτήτρια που δουλευει μαύρα ενώ ταυτόχρονα πρέπει να ανταποκριθεί στα απαιτητικά προγράμματα σπουδών (πλέον και υπό την απειλή της διαγραφής αν καθυστερήσει), τον γονέα που ονειρεύεται ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά του αλλά βλέπει ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει, την εργαζόμενη που με έναν πολύ χαμηλό μισθό πρέπει να καλύψει όλες τις, κάθε άλλο παρά ασήμαντες, οικονομικές υποχρεώσεις της, το άγχος, η ανησυχία και οι προβληματισμοί έχουν γίνει δεύτερη φύση μας. Όσο για τον ελεύθερο μας χρόνο, αυτός στην ουσία έχει εξαφανιστεί, αφού χρησιμοποιείται είτε στα πλαίσια μιας συμπληρωματικής εργασίας που θα αποφέρει ένα ακόμα μικρό εισόδημα, είτε στα πλαίσια της ξεκούρασης που απαιτείται για να ανταπεξέλθουμε σε αυτούς τους εξαντλητικούς ρυθμούς ζωής.

Δεν ζητάμε τίποτα λιγότερο από τα πάντα

Επομένως, αντιλαμβανόμαστε ότι η διαδικασία αναδιάρθρωσης που συντελείται αυτή τη στιγμή στο πανεπιστήμιο με το νόμο 4777, και όχι μόνο, αποτελεί κομμάτι της συνολικής επίθεσης που δεχόμαστε στη ζωή μας. Από την πλευρά μας δεν θα πληρώσουμε και αυτή τη κρίση του κεφαλαίου. Δεν θα αφήσουμε την περαιτέρω υποτίμησή μας μέσα από την μετακύλιση του κόστους ζωής μας στις πλάτες μας. Απέναντι στις προσταγές του κεφαλαίου για όλο και μεγαλύτερη παραγωγικότητα, για όλο και πιο εντατικοποιημένες σπουδές και συνθήκες ζωής εμείς πάντα θα βρίσκουμε τους τρόπους να τις αμφισβητήσουμε. Γιατί πολύ απλά οι επιθυμίες μας δεν μπορούν να χωρέσουν στην περιφραγμένη γνώση που μας μαθαίνουν στο εκπαιδευτικό σύστημα. Οι ανάγκες μας δεν μπορούν να ικανοποιηθούν μέσα από την υποτιμημένη, αλλοτριωμένη εργασία που μας επιφυλάσσεται. Ασφυκτιούμε με τον τρόπο που οργανώνονται οι κοινωνικές σχέσεις στο σήμερα, μέσα στην εκμετάλλευση, στην καταπίεση και στην αποξένωση.

Να πιάσουμε το νήμα από το φοιτητικό κίνημα της άνοιξης. Μέσα από καταλήψεις στην Πρυτανεία και σε κάθε σχολή εναντιωθήκαμε στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και στην κρατική διαχείριση της πανδημίας. Ενάντια στην βία αυτής της καθημερινότητας που βιώναμε μπλοκάραμε συνολικά τις λειτουργίες του πανεπιστημίου και αρνηθήκαμε έμπρακτα τις συνθήκες ζωής που μας προορίζουν,  χτίσαμε σχέσεις μεταξύ μας που ξεπερνάνε  τα στενά πλαίσια του κεφαλαίου. Και να πάμε ακόμα παραπέρα. Να συνδεθούμε με τους αγώνες των εκπαιδευτικών και μαθητών ενάντια στην αξιολόγηση και την ΕΒΕ. Να μιλήσουμε για τους μισθούς μας που δεν φτάνουν, για τα ακριβά ενοίκια, για τις τιμές και τους λογαριασμούς που έχουν φτάσει στο Θεό. Να μαζικοποιήσουμε τις γενικές συνελεύσεις και να τις μετατρέψουμε ξανά σε κοινότητες αγώνα που θα μπορέσουν να απαντήσουν στις ανάγκες και στις επιθυμίες μας πέρα από τις επιδιώξεις των παρατάξεων και της γραφειοκρατία τους. Να αρθρώσουμε εκείνα τα αιτήματα τα οποία θα μας ανατιμήσουν συλλογικά αλλά και θα αμφισβητούν την φοιτητική μας ιδιότητα μέσα από την οποία δομείται η εκμετάλλευσή μας. Να βγούμε ξανά στους δρόμους της πόλης και να συναντηθούν οι διαδρομές με άλλες προλετάριες, από τους μετανάστες που αποκλείονται από το πανεπιστημιακό campus και τις πόλεις μέχρι τις εργαζόμενες εντός και εκτός πανεπιστημίου.

Αυτόνομη Παρέμβαση στους Ηλεκτρολόγους – Μηχανολόγους

Τακτικό σχήμα κάθε Τετάρτη στις 15:00

συναντηση εξω απο το στεκι στο φουαγιέ

Αφήστε μια απάντηση